- αποπριασθαι
- ἀποπρίασθαιἀπο-πρίασθαι(только imper. aor. ἀποπρίω) покупать
(τι Arph.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(τι Arph.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἀποπρίω — ἀποπρίασθαι buy pres imperat mid 2nd sg ἀποπρίασθαι buy imperf ind mid 2nd sg (homeric ionic) ἀποπρί̱ω , ἀποπρίζω pres subj act 1st sg ἀποπρί̱ω , ἀποπρίζω pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπριάμενος — ἀποπρίασθαι buy pres part mid masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)